Τα αυτονόητα
του Γιάννη Κουριαννίδη
εκδότη του περιοδικού «Ενδοχώρα»
δημοτικού συμβούλου Θεσσαλονίκης του ΛΑ.Ο.Σ.
Πριν από 189 χρόνια δεν ήταν και τόσο αυτονόητη σε ένα έθνος η ανάγκη για υπεράσπιση της ταυτότητάς του. Μέσα στις πολυεθνικές αυτοκρατορίες της εποχής εκείνης, η έννοια του έθνους, όχι ως κρατικής οντότητας, αλλά ως παράγοντα πολιτισμού, στηριζόμενος στο όμαιμον, ομόγλωσσον και ομότροπον, είχε χάσει τη σημασία της στους ευρωπαϊκούς λαούς και παρέμενε ως μία απλή αίσθηση περισσότερο της κοινής καταγωγής.
Στον Ελληνισμό συνέβαινε κάτι το διαφορετικό. Ο κοινοτισμός στους Έλληνες, εκτός από παράγων οικονομικής ανάπτυξης, εμπεριείχε και τα σπέρματα της φυλετικής αυτοσυνειδησίας. Ήταν αυτός που κράτησε ζωντανά τα κύτταρα της εθνικής αναγέννησης και μεταλαμπάδευε από γενιά σε γενιά, καθ’ όλη τη διάρκεια των ξένων κατοχών του ελληνικού χώρου, τα ζώπυρα του Γένους και της εθνικής κληρονομιάς του.
Όταν λοιπόν έφτασε το πλήρωμα του χρόνου, ο Ελληνισμός ήταν έτοιμος να αγωνιστεί γι’ αυτήν την κληρονομιά, για τις αξίες του, για την ταυτότητά του, αλλά βεβαίως και για κοινωνική δικαιοσύνη. Δεν χρειάστηκε να του τα εξηγήσει κανείς. Ο ευρωπαϊκός Διαφωτισμός χτύπησε στον ελληνικό λαό ανοιχτές θύρες. Κι αν κάποιοι χρειάστηκαν λίγο χρόνο παραπάνω για να ξεσηκωθούν, θα πρέπει να λάβουμε υπόψιν μας ότι το ελληνικό έθνος ήταν σκλαβωμένο όχι απλά σε έναν κοινωνικό δυνάστη, αλλά επιπλέον σε έναν ξένον δυνάστη, ήταν σκλαβωμένο και εθνικά. Σύσσωμο το ελληνικό έθνος ξεσηκώθηκε το 1821 και αγωνίστηκε για «ελευθερία ή θάνατο», «για του Χριστού την Πίστη την αγία και της Πατρίδος την Ελευθερία», για πράγματα δηλαδή αυτονόητα, ως έτοιμα από καιρό, καλλιεργημένα στο διαχρονικό χωράφι της εθνικής ψυχής και ώριμα να δρέψουν τους καρπούς της εθνικής καταξίωσης.
Αυτά που ήταν αυτονόητα τότε, σε έναν λαό που έβγαινε βιολογικά εξουθενωμένος και κοινωνικά εξαθλιωμένος από μία βάρβαρη σκλαβιά τεσσάρων και πλέον αιώνων, σήμερα δυστυχώς δεν φαντάζουν και τόσο αυτονόητα. Σήμερα δείχνουμε να είμαστε αναγκασμένοι να εξηγήσουμε γιατί πρέπει να αγωνιστούμε γι αυτά. Γιατί πρέπει να προστατεύσουμε την εθνική μας κυριαρχία και να μη την εκχωρούμε αψήφιστα σε ξένα κέντρα αποφάσεων. Γιατί πρέπει να παράσχουμε εθνική παιδεία στα ελληνόπουλα και όχι παιδεία πολυπολιτισμική. Γιατί πρέπει να τιμούμε τους προγόνους μας και όχι να αναζητούμε ηρωικά και αξιακά πρότυπα σε άλλους λαούς. Γιατί πρέπει να εντρυφούμε στην ιστορία μας και όχι να ανατρέχουμε στις ιστορίες άλλων. Γιατί πρέπει να προστατεύσουμε το κράτος-κουκούλι του έθνους και όχι να παρακολουθούμε αδρανείς την αυτοκατάργησή του. Γιατί πρέπει να αντιληφθούμε την σημασία της λέξης οικογένεια και όχι να αποδομούμε το βασικό κύτταρο του έθνους μας.
Και το θλιβερότερο είναι ότι κάποιες φορές είμαστε αναγκασμένοι να πρέπει να τα εξηγήσουμε όλα αυτά ακόμη και στους ανθρώπους που υποτίθεται ότι συμπορευθήκαμε ή συμπορευόμαστε στον δρόμο του χρέους. Πρέπει να τους θυμίζουμε κάθε τόσο, ότι όσο λίγοι κι αν είμαστε, ο στόχος μας ήταν και παραμένει να μάθουμε στους πολλούς να σκέφτονται όπως οι λίγοι και όχι το αντίθετο.
Το μήνυμα του ‘21 είναι πάντα επίκαιρο. Σήμερα, ίσως περισσότερο από ποτέ άλλοτε! Και μας καλεί σε μία νέα επανάσταση. Επανάσταση ψυχών και συνειδήσεων. Δεν διακρίνει βολεμένους και κακομοίρηδες. Δεν ξεχωρίζει φτωχούς και πλούσιους. Δεν προσδιορίζει βαθμούς δυσκολίας και θυσιών. Ο καθείς εφ’ ω ετάχθη!
--------------------------------------------------------------------------------
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο φύλλο της 25ης Μαρτίου 2010 της εφημερίδας Στόχος.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου